Ράτσες

Υπάρχουν «καθαρές» ράτσες καναρινιών, όπως σε άλλα κατοικίδια ζώα; 
Στις αρχές του 16ου αιώνα, τα καναρίνια άρχισαν να εξαπλώνονται στην Ευρώπη και σύντομα αναγνωρίστηκαν ως κατοικίδια ζώα. Πριν ακόμα μπει ο 17ος αιώνας, η εκλεκτική αναπαραγωγή ανέδειξε αρκετές ευδιάκριτες ποικιλίες καναρινιών.
Σε Αγγλία, Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία και Βέλγιο, το καναρίνι συνυπάρχει κι εξαπλώνεται ταυτόχρονα και δυναμικά, όπως η βιομηχανική επανάσταση. Οι βιοτέχνες και οι εμπόροι κρατούσαν τα καναρίνια στα καταστήματά τους για ψυχαγωγία. Τα καναρίνια στα ανθρακωρυχεία, ήταν μια επέκταση αυτής της συνήθειας, κράτησης πουλιών στους χώρους εργασίας. Οι μεταλλωρύχοι είχαν πάντα μαζί τους καναρίνια, κλεισμένα σε κλουβιά. Παρατηρούσαν με πολύ μεγάλη προσοχή τις αντιδράσεις τους, σταματούσαν σε κάθε ανησυχητικό σημάδι, προσπαθούσαν να ελέγχουν διαρκώς την κατάσταση της υγείας τους. Γιατί, αν κάποιο καναρίνι αρρώσταινε, αυτό ήταν δείγμα κινδύνου και για τους ίδιους: σήμαινε πως μέσα σε κάποιο από τα πετρώματα υπάρχουν εγκλωβισμένα επικίνδυνα αέρια.
Ακολουθώντας μια ορισμένη επιλογή και ταυτόχρονα μια πολύ αυστηρή σχολή, οι κατά τόπους εκτροφείς, ανέθρεψαν καναρίνια με τα χαρακτηριστικά που οι ίδιοι επιθυμούσαν. Άλλοτε αυτά ήταν για τη μελωδία τους, άλλοτε για το σχήμα τους και άλλοτε για το χρώμα τους. Συνήθως οι ράτσες που ξεχώρισαν, κράτησαν ως όνομα το τοπωνύμιο της περιοχής που πρωτοεκτράφηκαν.
 

Δεν τραγουδούν όλα τα καναρίνια; Ποια είναι τα «φωνής»; 
Αν και όλα τα ενήλικα αρσενικά καναρίνια κελαηδούν, μερικά αναπαρήχθησαν καθαρά για τη φωνητική δυνατότητα. Όλα τα καναρίνια, άλλα περισσότερο άλλα λιγότερο, είναι ικανοί μίμοι. Υπάρχουν αναφορές μάλιστα που λένε πως κάποια καναρίνια μάθανε και μια-δυο ανθρώπινες λέξεις!
Ως καναρίνια φωνής διεθνώς αναφέρονται τα Γερμανικά Harz (Roller), τα Βελγικά Malinois (Waterslager), τα Ισπανικά Timbrados και οι Αμερικανοί τραγουδιστές.
 

Τι είναι και ποια τα καναρίνια «τύπου»; 
Οι Άγγλοι επιδόθηκαν στον πειραματισμό σχετικά με το μέγεθος και τη μορφή του καναρινιού. Τα αποτελέσματα ήταν τα Norwich, τα Yorkshire, τα Gloster και τα Border. Το Norwich και το Yorkshire είναι δύο από τους γίγαντες του βασιλείου των καναρινιών. Καθένα να είναι δύο φορές το μέγεθος ενός κοινού καναρινιού. Το Norwich επικεντρώνεται στον όγκο, με μεγάλο κεφάλι και στήθος. Το Yorkshire εκφράζει το ύψος, που είναι ένα ψηλό και λεπτό πουλί. Το Gloster είναι μια μικροσκοπική φυλή καναρινιών, με το μεγάλο κεφάλι και το στήθος του Norwich, αλλά μόνο τρία τέταρτα του μεγέθους του συνηθισμένου καναρινιού. Το Gloster είναι καναρίνι με «καπέλο» ή «λοφίο» (κορώνα) που πρωτοεμφανίστηκαν στη Γερμανία, αν και η εκτροφή του από Άγγλους, έδωσε εντυπωσιακότερα αποτελέσματα. Τα Border, που σημαίνουν «σύνορα» πήραν το όνομά τους από την τοποθεσία που εκτράφηκαν, στις επαρχίες κατά μήκος των συνόρων της Αγγλίας και Σκοτίας. Το Border είναι ένα μεσαίου μεγέθους, συμμετρικό, «στρογγυλό» πουλί.
Οι Γάλλοι και οι Ιταλοί διέπρεψαν και αυτοί στα πουλιά θέσης. Οι Γάλλοι αγάπησαν τα Frilled, δηλαδή τα φουντωτά καναρίνια. Καναρίνια μεγαλόσωμα και με φτερά ανάκατα, σα ξεσκονόπανο… Οι Ιταλοί επιδόθηκαν στην εκτροφή καμπουρωτών φουντωτών καναρινιών. Τα Gibber Italicus, από τα παράξενα και εντυπωσιακά παραδείγματα καναρινιών θέσης, όπου η στάση του πουλιού είναι σα μισοφέγγαρο.
Μέχρι τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο ήταν μόδα (που ξεπεράστηκε), τα καμπούρικα καναρίνια. Στα καμπούρικα οι Βέλγοι όμως έχουν τον σημαντικότερο εκπρόσωπο. Το Belgium Fancy, όπου οι ώμοι του πουλιού είναι αρκετά ψηλότερα από το κεφάλι! Άλλα καμπούρικα εκτράφηκαν στην Ελβετία, στην Ισπανία, ακόμα και στην Ιαπωνία. Στην Αμερική, που ομολογουμένως σήμερα αριθμεί αρκετούς εκτροφείς, οι τύποι των καναρινιών θέσης που αναπτύχθηκαν προήλθαν από συνδυασμούς των φυλών που περιγράφονται ανωτέρω και όπως καταλαβαίνετε δεν εξελίχθηκε κάποια νέα καθαρή μορφή.
 

Ποια είναι τα καναρίνια «χρώματος»; 
«Χρώματος» λέγονται τα καναρίνια όπου το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στο χρώμα τους. Το σημερινό καναρίνι χρωματικά απέχει πολύ από την πρώτη μορφή του άγριου γκριζοπράσινου πουλιού. Με την εξημέρωση και τον εξευγενισμό των καναρινιών και περισσότερο από τις αρχές του 20ου αιώνα και μετά, εμφανίστηκαν τα έγχρωμα καναρίνια. Οι πολλαπλές διαδοχικές μεταλλάξεις κατάφεραν να δώσουν στα πτερά και στα πούπουλα του σημερινού καναρινιού διαφόρους τόνους χρώματος.
Το χρώμα του καναρινιού αποτελείται από μελανίνες (pigment) και λιποχρώματα (lipochrome). Οι μελανίνες, είναι αυτές που σχηματίζουν το σχέδιο, βρίσκονται στο κυτόπλασμα των κυττάρων και αφορούν το δέρμα, τα νύχια, το ράμφος και την ίριδα του ματιού. Το λιπόχρωμα προσδίδει το βασικό χρώμα στο καναρίνι. Αποτελείται από ουσίες που προέρχονται από την σύνθεση της καροτίνης, κίτρινης και κόκκινης, η οποία διαλύεται στα λιπίδια.
Η συνολική έλλειψη των χρωστικών δίνει λευκά φτερά ενώ οι συνδυασμοί δίνουν μια μεγάλη ποικιλία χρωμάτων. Π.χ. ο συνδυασμός μαύρου και κίτρινου δίνει την εμφάνιση ενός πράσινου πουλιού.
Τα καναρίνια χρώματος μπορούμε εύκολα να τα χωρίσουμε σε δύο κατηγορίες:
1) Λιποχρωμικά με τις ποικιλίες α) Κίτρινο β) Κόκκινο γ) Κρεμ δ) Λευκό θαμπό ε) Λευκό. Όλες οι προηγούμενες ποικιλίες μπορούν να έχουν και κόκκινα μάτια.
2) Μελανίνικα με τις εξής ποικιλίες α) Μαύρο – καφέ β) Καφέ γ) Αχάτη δ) Ιζαμπέλα
 

Που θα τα δω όλα;
Στον πίνακα 

Τι γίνετε στην Ελλάδα; 
Στη χώρα μας το καναρίνι έκανε την εμφάνισή του μετά το ήμισυ του περασμένου αιώνα. Πριν διαδοθεί το καναρίνι, οι καρδερίνες, τα φλώρια, οι γαλιάνδρες, τα τουρλιά και άλλα ωδικά πτηνά, συντρόφευαν τον Έλληνα στο καφεδάκι του στις πλακόστρωτες αυλές και τα μπαλκόνια παρέα με γεράνια και βασιλικό. Σημαντική ήταν η προσφορά των προσφύγων της Μ. Ασίας στη διάδοση των ωδικών. Αυτοί το 1922 έφεραν μαζί με τον πόνο, το μεράκι τους για τα ωδικά πτηνά και ειδικότερα για τις καρδερίνες. Γνωστοί πανελληνίως ως άριστοι γνώστες φωνών, στη Νέα Φιλαδέλφεια, στη Νίκαια, στη Νέα Σμύρνη και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας συνέχισαν αυτή τη παράδοση μέχρι σήμερα. 

Οι παλιοί αυτοί “πουλάδες” θεωρούσαν ως καλό πουλί αυτό που κράταγε το μακαρά, το κιουρ δηλαδή όσο το δυνατόν περισσότερο και μάλιστα το χρονομετρούσαν. Ακόμα καλύτερο ήταν το πουλί που άλλαζε τόνους και φωνές χωρίς ενδιάμεσες παύσεις. Καλύτερα κιουρ επίσης θεωρούντο τα χτυπητά καθώς και τα τραχιά, όχι τα πρίμα που μοιάζουν με του καναρινιού. Αυτονόητο επίσης είναι ότι η αξία του πουλιού ανέβαινε όσο αυτό κατάφερνε να μιμηθεί το τουρλί και το τσιχλόνι.  Η διάρκεια και η χροιά δεν διδάσκονται με κασέτες ή άλλες μεθόδους, καθώς είναι καθαρά θέμα πουλιού και ιδίως η διάρκεια είναι θέμα και ηλικίας και άλλων παραγόντων. Σε μικρά πολίτικα ξύλινα κλουβάκια (κραχτόκλουβα), λαδομπογιατισμένα για ν’ αντέχουν στο χρόνο, ακόμα και σήμερα εκτρέφουν αλλού αγριοπούλια, αλλού καναρίνια και αλλού το «μείγμα τους», δηλαδή καρδερινοκάναρα, φλωροκάναρα κλπ 

Το καναρίνι σαν ευπροσάρμοστο κατοικίδιο που ήταν, άρχιζε να προτιμάται από τα άγρια και πιο δύσκολα στην προσαρμογή και διατροφή ωδικά πτηνά. Ωστόσο η ωραία εμφάνιση και το όμορφο και πολύπλοκο κελάηδημα ορισμένων αγρίων πουλιών, συντέλεσαν στο να παραμένουν μέχρι και σήμερα στην προτίμηση των Ελλήνων σαν κατοικίδια.